ραφτικά

ραφτικά
τα стоимость пошива, плата за пошив

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "ραφτικά" в других словарях:

  • ραφτικά — τα η αμοιβή που δίνεται στο ράφτη (ή στη ράφτρα) για το ράψιμο: Ράβει καλά, αλλάπαίρνει πολλά ραφτικά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ραφτικά — τα, Ν βλ. ραπτικός …   Dictionary of Greek

  • τσόχα — η, Ν 1. είδος μάλλινου υφάσματος 2. μτφ. α) (για πρόσ.) πονηρός, κατεργάρης («σού είναι μια τσόχα») β) η χαρτοπαιξία 3. φρ. α) «ούτε την τσόχα θα χάσω ούτε τα ραφτικά» δεν έχω να χάσω τίποτε β) «τί πληρώνει; την τσόχα ή τα ραφτικά;» λέγεται όταν… …   Dictionary of Greek

  • ράψιμο — το / ῥάψιμον, ΝΜ 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού ράβω, το να ράβει κανείς κάτι 2. η αμοιβή τού ράφτη, τα ραφτικά (α. «το ράψιμο μού κόστισε πολύ φθηνά» β. «ἔπαρ τὸ ῥάψιμόν σου», Πρόδρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ῥαψ τού αορ. ἔ ραψ α τού ῥάπτω + κατάλ …   Dictionary of Greek

  • ραπτικός — ή, ό / ῥαπτικός, ή, όν, ΝΜΑ, και ραφτικός, ή, ό, Ν [ῥάπτης / ράφτης] το θηλ. ως ουσ. η ραπτική και ραφτική / ῥαπτική η τέχνη τού ράπτη, η τέχνη τής κατασκευής ενδυμάτων και λινοσκευής νεοελλ. 1. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα ραπτικά και ραφτικά τα… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»